Ο Απόστολος και το Ευαγγέλιο της Κυριακής 25 Σεπτεμβρίου

Κυριακή 25 Σεπτεμβρίου 2016-Α’ Λουκά – Η θαυμαστή αλιεία και οι πρώτοι μαθηταί.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Β’ Α´ 21 – 24
21 ο δε βεβαιών ημάς συν υμίν εις Χριστόν και χρίσας ημάς Θεός, 22 ο και σφραγισάμενος ημάς και δούς τον αρραβώνα του Πνεύματος εν ταίς καρδίαις ημών. 23 Εγώ δε μάρτυρα τον Θεόν επικαλούμαι επί την εμήν ψυχήν, ότι φειδόμενος υμών ουκέτι ήλθον εις Κόρινθον. 24 ουχ ότι κυριεύομεν υμών της πίστεως, αλλά συνεργοί εσμεν της χαράς υμών· τη γαρ πίστει εστήκατε.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Β’ Β´ 1 – 4
1 Έκρινα δε εμαυτώ τούτο, το μη πάλιν εν λύπη ελθείν προς υμάς. 2 ει γαρ εγώ λυπώ υμάς, και τις εστιν ο ευφραίνων με ει μη ο λυπούμενος εξ εμού; 3 και έγραψα υμίν τούτο αυτό, ίνα μη ελθών λύπην έχω αφ’ ων έδει με χαίρειν, πεποιθώς επί πάντας υμάς ότι η εμή χαρά πάντων υμών εστιν. 4 εκ γαρ πολλής θλίψεως και συνοχής καρδίας έγραψα υμίν διά πολλών δακρύων, ουχ ίνα λυπηθήτε, αλλά την αγάπην ίνα γνώτε ην έχω περισσοτέρως εις υμάς.

Ερμηνευτική απόδοση Ι. Θ. Κολιτσάρα

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Β’ Α´ 21 – 24
21 Εκείνος δε ο οποίος δίδει την ακλόνητον και βεβαίαν πεποίθησιν εις ημάς μαζή με σας, ώστε να μένωμεν πιστοί στον Χριστόν και ο οποίος μας έχρισε με το Αγιον Πνεύμα, είναι ο Θεός. 22 Αυτός και έβαλε την σφραγίδα του επάνω μας, δια να δείξη, ότι είμεθα ιδικοί του και έδωσε το Πνεύμα του το Αγιον εις τας καρδίας μας ως προκαταβολήν και εγγύησιν δι’ όλα όσα μας έχει υποσχεθή. 23 Πρέπει δε να σας πω τούτο· ότι εγώ, επειδή σας λυπούμαι, δεν ήλθα ακόμη εις την Κορινθον, δια να μη σας στενοχωρήσω με τας παρατηρήσεις μου και εις αυτό επικαλούμαι μάρτυρα τον Θεόν, που βλέπει την ψυχήν μου. 24 Δεν σας τα λέγομεν αυτά, διότι έχομεν εξουσίαν επάνω εις σας και εις την πίστιν σας, αλλά διότι είμεθα συνεργάται εις την ιδικήν σας χαράν. Αλλωστε σεις στέκεσθε στερεοί εις την πίστιν.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Β’ Β´ 1 – 4
1 Εσκέφθην δε μόνος μου και απεφάσισα τούτο· να μη έλθω προς σας λυπούμενος δια τα σφάλματά σας, λυπών δε και σας με τας παρατηρήσεις, που είμαι αναγκασμένος να σας κάμω. 2 Η λύπη όμως, που θα σας προκαλέσω, αποβλέπει στο καλόν σας, διότι εάν εγώ με τους ελέγχους σας στενοχωρώ, ποιός είναι εκείνος, που με ευφραίνει, παρά αυτός που δέχεται τας παρατηρήσεις μου, λυπείται και μετανοεί δια τα σφάλματά του και προχωρεί εις διόρθωσιν· 3 Και σας έγραψα αυτό τούτο ακριβώς εις προηγουμένην επιστολήν και σας έκαμα παρατηρήσεις, δια να διορθωθήτε εν τω μεταξύ, ώστε, όταν θα έλθω, να μη δοκιμάσω λύπην από εκείνους, από τους οποίους έπρεπε μάλλον να δοκιμάζω χαράν. Είμαι δε βέβαιος δι’ όλους σας, ότι η ιδική μου χαρά είναι και χαρά όλων σας. 4 Είχα βέβαια λυπηθή και εγώ πολύ, δια τους ελέγχους που σας έκαμα εις την πρώτην επιστολήν βαθύτατα θλιμμένος και με σφιγμένην την καρδιά και με πολλά δάκρυα, όχι δια να καταβληθήτε από λύπην, αλλά δια να γνωρίσετε την εξαιρετικήν αγάπην, την οποίαν έχω προς σας.

 

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Ε´ 1 – 11
1 Εγένετο δε εν τω τον όχλον επικείσθαι αυτώ του ακούειν τον λόγον του Θεού και αυτός ην εστώς παρά την λίμνην Γεννησαρέτ, 2 και είδε δύο πλοία εστώτα παρά την λίμνην· οι δε αλιείς αποβάντες απ’ αυτών απέπλυνον τα δίκτυα. 3 εμβάς δε εις εν των πλοίων, ο ην Σίμωνος, ηρώτησεν αυτόν από της γης επαναγαγείν ολίγον· και καθίσας εδίδασκεν εκ του πλοίου τους όχλους. 4 ως δε επαύσατο λαλών, είπε προς τον Σίμωνα· Επανάγαγε εις το βάθος και χαλάσατε τα δίκτυα υμών εις άγραν. 5 και αποκριθείς Σίμων είπεν αυτώ· Επιστάτα, δι’ όλης νυκτός κοπιάσαντες ουδέν ελάβομεν· επί δε τω ρήματί σου χαλάσω το δίκτυον. 6 και τούτο ποιήσαντες συνέκλεισαν πλήθος ιχθύων πολύ· διερρήγνυτο δε το δίκτυον αυτών. 7 και κατένευσαν τοις μετόχοις τοις εν τω ετέρω πλοίω του ελθόντας συλλαβέσθαι αυτοίς· και ήλθον, και έπλησαν αμφότερα τα πλοία, ώστε βυθίζεσθαι αυτά. 8 ιδών δε Σίμων Πέτρος προσέπεσε τοις γόνασιν Ιησού λέγων· Έξελθε απ’ εμού, ότι ανήρ αμαρτωλός ειμι, Κύριε· 9 θάμβος γαρ περιέσχεν αυτόν και πάντας τους συν αυτώ επί τη άγρα των ιχθύων η συνέλαβον, 10 ομοίως δε και Ιάκωβον και Ιωάννην, υιούς Ζεβεδαίου, οι ήσαν κοινωνοί τω Σίμωνι. και είπε προς τον Σίμωνα ο Ιησούς· Μη φοβού· από του νυν ανθρώπους έση ζωγρών. 11 και καταγαγόντες τα πλοία επί την γην, αφέντες άπαντα ηκολούθησαν αυτώ.

Ερμηνευτική απόδοση Ι. Θ. Κολιτσάρα

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Ε´ 1 – 11
1 Ενώ δε τα πλήθη τον περιτριγύριζαν εις πυκνάς μάζας και τον εστρίμωχναν, δια να ακούουν τον λόγον του Θεού, αυτός εστέκετο πλησίον της λίμνης Γεννησαρέτ. 2 Και είδε δύο πλοία αραγμένα και ακίνητα εκεί κοντά εις την λίμνην· οι ψαράδες είχαν βγη από αυτά και έπλυναν τα δίκτυα εις την παραλίαν. 3 Και αφού εμπήκε εις ένα από αυτά, που ανήκε στον Σιμωνα, τον παρεκάλεσε να προχωρήση εις μικράν απόστασιν από την ξηράν. Και καθίσας εδίδασκε από το πλοίον τα πλήθη του λαού. 4 Οταν δε έπαυσε να ομιλή, είπε στον Σιμωνα· “ξαναφέρε το πλοίον πάλιν εις τα ανοικτά της λίμνης και ρίξτε τα δίκτυά σας για ψάρεμα”. 5 Και αποκριθείς ο Σιμων του είπε· “διδάσκαλε, όλην την νύκτα, που είναι κατάλληλες οι ώρες για ψάρεμα, εκοπιάσαμε ρίχνοντες τα δίκτυα και δεν επιάσαμε τίποτε. Αλλά, θα υπακούσω στον λόγον σου και θα ρίξω το δίκτυ”. 6 Και αφού έκαμαν τούτο, έκλεισαν πολύ πλήθος ιχθύων· ήρχισε δε να σχίζεται το δίκτυον από το πολύ βάρος. 7 Και επροσκάλεσαν με νεύματα τους συνεταίρους των, που ήσαν στο αλλο πλοίον, να έλθουν, δια να πιάσουν μαζή με αυτούς τα δίκτυα με τα ψάρια. Και εκείνοι ήλθαν και εγέμισαν και τα δύο πλοία τόσον πολύ, ώστε εκινδύνευσαν να βυθισθούν. 8 Οταν δε ο Σιμων είδε το θαυμαστόν αυτό γεγονός, έπεσε κάτω εμπρός εις τα γόνατα του Ιησού και είπε· “Κυριε, έβγα από το πλοίον μου, διότι εγώ είμαι ένας άνθρωπος αμαρτωλός και δεν μου αξίζει να ευρίσκομαι τόσον κοντά σου”. 9 Τα είπε δε αυτά, διότι κατέλαβε αυτόν και όλους εκείνους, που ήσαν μαζή του, μεγάλη έκπληξις, δια το πλήθος των ψαριών, που είχαν κλείσει εις τα δίκτυα. 10 Η ίδια δε έκπληξις κατέλαβε τον Ιάκωβον και τον Ιωάννην, τα παιδιά του Ζεβεδαίου, που ήσαν συνεταίροι του Σιμωνος. Και είπεν ο Ιησούς προς τον Σιμωνα· “μη φοβάσαι· από τώρα θα πιάνης με τα δίκτυα του κηρύγματός σου ζωντανούς ανθρώπους και θα τους οδηγής εις την βασιλείαν των ουρανών”. 11 Και αφού έφεραν πάλιν εις την ξηράν τα πλοία, αφήκαν ολα, και ψάρια και δίκτυα και πλοία, και ηκολούθησαν ως πιστοί μαθηταί τον Χριστόν.

 

Ο Απόστολος και το Ευαγγέλιο της Κυριακής