Πολλές φορές έχει λεχθεί ότι η προσευχή γι’ αυτόν που προσεύχεται είναι μία πράξις δυναμική, ωφέλιμη και θεάρεστη. Το πραγματικό αυτό γεγονός ερεθίζει τον διάβολο και τον κάνει να αντιμάχεται τον προσευχόμενο.
Έτσι ο πιστός επιθυμώντας την ένωση του με τον Θεό, συναντά δαιμονικά εμπόδια οργανωμένα σε σύστημα και με φοβερά προγραμματισμένη επίθεση. Εξ αίτιας αυτής της προγραμματισμένης επιθέσεως ή προσευχή γίνεται μία κοπιαστική πράξις και προξενεί κόπο μεγαλύτερο από οποιαδήποτε άλλη εργασία. Γι’ αυτό και τονίζει κάποιος από τους πατέρες της ερήμου: “Ουκ εστίν έτερος κάματος ως το εύξασθαι τω Θεώ. Tο εύξασθαι έως εσχάτης αναπνοής αγώνος χρήζει” δηλαδή, δεν υπάρχει μεγαλύτερος κόπος από το να προσεύχεται κάποιος στον Θεό. Το να προσεύχεται κάποιος μέχρι την τελευταία του αναπνοή, χρειάζεται αγώνα.
Δεν είναι μόνον η προσευχή που κουράζει. Είναι κυρίως ο σκληρός και αδυσώπητος πόλεμος των δαιμόνων που την κάνει περισσότερο κοπιαστική.
Το μίσος, λοιπόν, των δαιμόνων εναντίον εκείνων που προσεύχονται είναι δεδομένο. Υπάρχει πόλεμος των πονηρών δαιμόνων εναντίον τους σε δύο μορφές: στην ορατή και στην αόρατη, για αρχαρίους και τελείους. Στους αρχαρίους πολλές φορές χρησιμοποιεί και τον ορατό πόλεμο. Χρησιμοποιεί ήχο, αντικείμενα, προξενεί θορύβους για να μπόρεση να τους απόσπαση από την προσευχή. Αρχαρίους, όμως, και τελείους, πολεμά κυρίως με τους λογισμούς.