Η Κοίμησις της Υπεραγίας ενδόξου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας
Ο Απόστολος και το Ευαγγέλιον
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
ΠΡΟΣ ΦΙΛΙΠΠΗΣΙΟΥΣ Β´ 5 – 11
5 τούτο φρονείσθω εν υμίν ο και εν Χριστώ Ιησού, 6 ος εν μορφή Θεού υπάρχων ουχ αρπαγμόν ηγήσατο το είναι ίσα Θεώ, 7 αλλ’ εαυτόν εκένωσε μορφήν δούλου λαβών, εν ομοιώματι ανθρώπων γενόμενος, 8 και σχήματι ευρεθείς ως άνθρωπος εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού. 9 διό και ο Θεός αυτόν υπερύψωσε και εχαρίσατο αυτώ όνομα το υπέρ παν όνομα, 10 ίνα εν τω ονόματι Ιησού παν γόνυ κάμψη επουρανίων και επιγείων και καταχθονίων, 11 και πάσα γλώσσα εξομολογήσηται ότι Κύριος Ιησούς Χριστός εις δόξαν Θεού πατρός.
Ερμηνευτική απόδοση Ι. Θ. Κολιτσάρα
ΠΡΟΣ ΦΙΛΙΠΠΗΣΙΟΥΣ Β´ 5 – 11
5 τούτο φρονείσθω εν υμίν ο και εν Χριστώ Ιησού, 6 ος εν μορφή Θεού υπάρχων ουχ αρπαγμόν ηγήσατο το είναι ίσα Θεώ, 7 αλλ’ εαυτόν εκένωσε μορφήν δούλου λαβών, εν ομοιώματι ανθρώπων γενόμενος, 8 και σχήματι ευρεθείς ως άνθρωπος εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού. 9 διό και ο Θεός αυτόν υπερύψωσε και εχαρίσατο αυτώ όνομα το υπέρ παν όνομα, 10 ίνα εν τω ονόματι Ιησού παν γόνυ κάμψη επουρανίων και επιγείων και καταχθονίων, 11 και πάσα γλώσσα εξομολογήσηται ότι Κύριος Ιησούς Χριστός εις δόξαν Θεού πατρός.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Ι´ 38 – 42
38 Εγένετο δε εν τω πορεύεσθαι αυτούς και αυτός εισήλθεν εις κώμην τινά. γυνή δε τις ονόματι Μάρθα υπεδέξατο αυτόν εις τον οίκον αυτής. 39 και τήδε ην αδελφή καλουμένη Μαρία, η και παρακαθίσασα παρά τους πόδας του Ιησού ήκουε τον λόγον αυτού. 40 η δε Μάρθα περιεσπάτο περί πολλήν διακονίαν· επιστάσα δε είπε· Κύριε, ου μέλει σοι ότι η αδελφή μου μόνην με κατέλιπε διακονείν; ειπέ ούν αυτή ίνα μοι συναντιλάβηται. 41 αποκριθείς δε είπεν αυτή ο Ιησούς· Μάρθα Μάρθα, μεριμνάς και τυρβάζη περί πολλά· 42 ενός δε εστι χρεία· Μαρία δε την αγαθήν μερίδα εξελέξατο, ήτις ουκ αφαιρεθήσεται απ’ αυτής.
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΑ´ 27 – 28
27 Εγένετο δε εν τω λέγειν αυτόν ταύτα επάρασά τις γυνή φωνήν εκ του όχλου είπεν αυτώ· Μακαρία η κοιλία η βαστάσασά σε και μαστοί ούς εθήλασας. 28 αυτός δε είπε· Μενούνγε μακάριοι οι ακούοντες τον λόγον του Θεού και φυλάσσοντες αυτόν.
Ερμηνευτική απόδοση Ι. Θ. Κολιτσάρα
38 Καθώς δε ο Κυριος με τους μαθητάς του επήγαιναν προς την Ιερουσαλήμ, εμπήκε ο Ιησούς εις ένα χωριό. Καποια δε γυναίκα, ονόματι Μαρθα, τον υπεδέχθη στο σπίτι της. 39Είχε δε αυτή και αδελφήν, ονόματι Μαρίαν, η οποία εκάθισε κοντά εις τα πόδια του Ιησού και ήκουε την διδασκαλίαν του. 40 Η δε Μαρθα, από την μεγάλην της επιθυμίαν και προθυμίαν να περιποιηθή αξίως τον διδάσκαλον, απερροφάτο από τας πολλάς ασχολίας. Εις κάποιαν στιγμήν εστάθη κοντά στον Ιησούν και είπε· “Κυριε, δεν σε μέλει που η αδελφή μου με αφήκε μονήν να ετοιμάσω τα του φαγητού δια σε και τους μαθητάς σου; Πες της λοιπόν να με βοηθήση”. 41 Απήντησε δε ο Ιησούς και είπε· “Μαρθα, Μαρθα, εφορτώθηκες πολλές φροντίδες, ταλαιπωρείσαι και κουράζεσαι δια να ετοιμάσης πολλά. 42 Ενα όμως είναι το χρησιμώτερον και απαραίτητον, η πνευματική τροφή, την οποίαν προσφέρω εγώ. Η δε Μαρία εδιάλεξε την καλήν μερίδα, την πνευματικήν, η οποία και δεν θα της αφαιρεθή ποτέ από κανένα. Διότι αι ωφέλειαι από την πνευματικήν τροφήν είναι αιώνιαι και αναφαίρετοι”.
27 Ενώ δε έλεγε αυτά, κάποια γυναίκα από το πλήθος ενθουσιασμένη από την διδασκαλίαν του, έβγαλε φωνήν μεγάλην και είπε· “μακαρία η κοιλία που σε εβάσταξε και οι μαστοί, τους οποίους εθήλασες. Μακαρία η μητέρα, που σε εγέννησε και σε έθρεψε”. 28 Και αυτός είπε· “βεβαίως μακαρία είναι η μητέρα μου, αλλά επίσης μακάριοι είναι όλοι όσοι ακούουν τον λόγον του Θεού και τον φυλάσσουν”.
Τα σχόλια είναι κλειστά.